Strong's Exhaustive Concordance be aware, behold, consider, perceiveA primary verb; used only in certain past tenses, the others being borrowed from the equivalent optanomai and horao; properly, to see (literally or figuratively); by implication, (in the perfect tense only) to know -- be aware, behold, X can (+ not tell), consider, (have) know(-ledge), look (on), perceive, see, be sure, tell, understand, wish, wot. Compare optanomai. see GREEK optanomai see GREEK horao see GREEK optanomai Forms and Transliterations γνώσεσθε δυνάμεθα είδαμεν ειδε είδε είδέ ειδείν είδειν είδεν ειδεναι ειδέναι εἰδέναι ειδες είδες είδετε είδη ειδήναι ειδης ειδής είδης εἰδῇς ειδήσουσί ειδησουσιν εἰδήσουσίν ειδητε ειδήτε είδητε εἰδῆτε είδομεν είδομέν ειδον ειδόν είδον είδόν έίδον ειδοσαν είδοσαν είδοσάν ειδοσι ειδόσι εἰδόσι ειδόσιν εἰδόσιν ειδοτα ειδότα εἰδότα ειδοτας ειδότας εἰδότας ειδοτες ειδότες εἰδότες ειδοτι ειδότι εἰδότι ειδότων ειδυια ειδυία εἰδυῖα ειδω ειδώ εἰδῶ ειδωμεν ειδώμεν είδωμεν εἰδῶμεν ειδως ειδώς εἰδώς Εἰδὼς ηδει ήδει ᾔδει ήδειμεν ηδειν ήδειν ᾔδειν ηδεις ήδεις ᾔδεις ηδεισαν ήδεισαν ᾔδεισαν ηδειτε ήδειτε ᾔδειτε ιδε ίδε ιδείν ίδεν ίδετε ίδετέ ιδέτω ιδέτωσαν ίδη ίδης ίδητε ίδοι ίδοιμι ίδοις ίδοισαν ίδον ιδόντες ίδοντες ιδόντι ιδούσα ιδούσά ίδω ίδωμεν ιδών ίδων ἰδὼν ίδωσι ίδωσί ίδωσιν ισασι ἴσασι ιστε ἴστε οιδα οίδα οίδά οἶδα οἶδά οιδαμεν οίδαμεν οἴδαμεν Οιδας οίδας Οἶδας οίδασι οιδασιν οίδασιν οἴδασιν οιδατε οίδατε οἰδατε οἴδατε οίδε οιδεν οίδεν οἶδεν οίσθα dunametha dynametha dynámetha edei ēdei edein ēdein edeis ēdeis edeisan ēdeisan edeite ēdeite ḗidei ḗidein eidêis eidē̂is ḗideis ḗideisan ḗideite eidenai eidénai eides eidēs eidesousin eidēsousin eidḗsousín eidete eidête eidēte eidē̂te eido eidô eidō eidō̂ eidomen eidômen eidōmen eidō̂men eidos eidōs eidṓs Eidṑs eidosin eidósin eidota eidóta eidotas eidótas eidotes eidótes eidoti eidóti eiduia eidyîa gnosesthe gnōsesthe gnṓsesthe idon idōn idṑn isasi ísasi iste íste oida oîda oîdá oidamen oídamen Oidas Oîdas oidasin oídasin oidate oídate oiden oîdenLinks Interlinear Greek • Interlinear Hebrew • Strong's Numbers • Englishman's Greek Concordance • Englishman's Hebrew Concordance • Parallel Texts |