Strong's Exhaustive Concordance declare, report, announce From ana and the base of aggelos; to announce (in detail) -- declare, rehearse, report, show, speak, tell. see GREEK ana see GREEK aggelos Forms and Transliterations αναγγειλαι αναγγείλαι αναγγείλαί ἀναγγεῖλαι αναγγείλαντες αναγγείλατε αναγγειλάτω αναγγειλάτωσαν αναγγειλάτωσάν αναγγείλη αναγγείλης αναγγείλητέ ανάγγειλον ανάγγειλόν αναγγείλω αναγγείλωμεν αναγγείλωσι αναγγείλωσί αναγγείλωσιν αναγγελει αναγγελεί ἀναγγελεῖ αναγγελείς αναγγελείτε αναγγελείτέ αναγγέλείτε αναγγελή αναγγελήσεται ανάγγελλε αναγγελλεί αναγγέλλει αναγγέλλειν αναγγελλείς αναγγέλλετε αναγγελλομεν αναγγέλλομεν ἀναγγέλλομεν αναγγελλοντες αναγγέλλοντες ἀναγγέλλοντες αναγγέλλοντι αναγγέλλοντος αναγγέλλουσι αναγγέλλω αναγγελλων αναγγέλλων ἀναγγέλλων αναγγελούμεν αναγγελούσι αναγγελούσί αναγγελούσιν αναγγέλουσιν αναγγελώ ανήγγειλα ανήγγειλά ανηγγείλαμεν ανηγγειλαν ανήγγειλαν ανήγγειλάν ἀνήγγειλάν ανήγγειλας ανήγγειλάς ανήγγειλε ανήγγειλέ ανήγγειλεν ανηγγελη ανηγγέλη ανήγγελη ἀνηγγέλη ανήγγελκα ανηγγελλον ἀνήγγελλον anangeilai anangeîlai anangelei anangeleî anangellomen anangéllomen anangellon anangellōn anangéllon anangéllōn anangellontes anangéllontes anengeilan anēngeilan anḗngeilán anengele anengéle anēngelē anēngélē anengellon anēngellon anḗngellonLinks Interlinear Greek • Interlinear Hebrew • Strong's Numbers • Englishman's Greek Concordance • Englishman's Hebrew Concordance • Parallel Texts |