Strong's Exhaustive Concordance number, count.From arithmos; to enumerate or count -- number. see GREEK arithmos Forms and Transliterations αριθμείν αριθμηθείη αριθμηθήναι αριθμηθήσεται αριθμησαι αριθμήσαι ἀριθμῆσαι αριθμήσατε αριθμήσετε αρίθμησον αριθμητά αριθμηταί αριθμητοί αριθμούντος αριθμών ηριθμημεναι ηριθμημέναι ἠριθμημέναι ηριθμηνται ηρίθμηνται ἠρίθμηνται ηρίθμησαν ηρίθμησας ηρίθμησε ηρίθμησεν arithmesai arithmêsai arithmēsai arithmē̂sai erithmemenai erithmeménai ērithmēmenai ērithmēménai erithmentai eríthmentai ērithmēntai ēríthmēntaiLinks Interlinear Greek • Interlinear Hebrew • Strong's Numbers • Englishman's Greek Concordance • Englishman's Hebrew Concordance • Parallel Texts |