Thayer's Greek Lexicon STRONGS NT 2677: καταρτισμόςκαταρτισμός, καταρτισμου, ὁ, equivalent to κατάρτισις, which see: τίνος εἰς τί, Ephesians 4:12. ((Galen, others.)) Forms and Transliterations κατάρξαι κατάρξει καταρτισμον καταρτισμόν καταρτισμὸν κατάρχεις καταρχών κατασβέσει κατασβεσθήναν κατήρξαν katartismon katartismònLinks Interlinear Greek • Interlinear Hebrew • Strong's Numbers • Englishman's Greek Concordance • Englishman's Hebrew Concordance • Parallel Texts |